Η αγγλική και η αυξανόμενη επιρροή της στη Σουηδία

Ο καθηγητής Jan Svartvik, γράφει στο βιβλίο του πως: ”Σε πολλά γυμνάσια γίνεται τώρα ’δίγλωσση εκπαίδευση’ , δηλαδή γίνεται η εκπαίδευση στα αγγλικά –όχι μόνο στα μαθήματα αγγλικής, αλλά και σε άλλα μαθήματα όπως φυσική, μαθηματικά και ιστορία. Η σκέψη είναι πραγματικά καλή: να αφήσεις τους μαθητές να χρησιμοποιούν την αγγλική σαν ένα λειτουργικό εργαλείο και να μπορέσουν να γίνουν ’πραγματικά’ δίγλωσσοι. Αλλά αν η γενική εκπαίδευση μαθητών με σουηδικά ως μητρική γλώσσα γίνεται στα αγγλικά, θα μπορούσε να έχει αρνητικές επιπτώσεις…

Η χρήση των αγγλικών ως κύριας γλώσσας στην τάξη, π.χ. σε μάθημα φυσικής, οδηγεί συχνότατα σε μία μειωμένη μεταχείριση των γλωσσικών αποχρώσεων και κατά συνέπεια και σε μία επιφανειακή επεξεργασία του διδασκόμενου μαθήματος. Φοιτητές με αγγλικά ως μητρική γλώσσα που συμμετέχουν σε μαθήματα που διδάσκονται από Σουηδούς καθηγητές στο πανεπιστήμιο, διαμαρτύρονται πολύ συχνά για τη φτωχή γλώσσα που χρησιμοποιούν οι καθηγητές, με αποτέλεσμα τη μείωση του επιπέδου εκπαίδευσης που καθιστούν τα μαθήματα πνευματικώς φτωχά…

Η χρήση των αγγλικών ως γλώσσα εκπαίδευσης προϋποθέτει, κατά κύριο λόγο, ότι ο δάσκαλος έχει πολύ καλές γνώσεις στη γλώσσα. Το αποτέλεσμα από έρευνα που διενεργήθηκε σε σουηδικά γυμνάσια έδειξε ότι οι καθηγητές έχουν ελλείψεις στη γλώσσα και δεν έδωσαν κανένα καθαρό μήνυμα του πλεονεκτήματος να διδάσκονται τα μαθήματα στην αγγλική…

Στον επαγγελματικό τομέα, υπάρχει ένας αντίστοιχος παραλληλισμός με την κατάσταση που επικρατεί στους καθηγητές γυμνασίων. Στα συμβούλια των σουηδικών πολυεθνικών εταιρειών, είναι επιθυμητό να είναι μέλη εξέχοντες προσωπικότητες του βιομηχανικού τομέα από το εξωτερικό με ευρεία διεθνή εμπειρία. Αλλά αυτό συνεπάγεται ότι η επικοινωνία στις συνεδριάσεις γίνεται στην αγγλική. Το γεγονός αυτό δημιουργεί πρόβλημα: εν μέρει για τους Σουηδούς συμβούλους που πρέπει να μιλήσουν αγγλικά αντί για σουηδικά και εν μέρει, για τους ξένους συμβούλους που δεν έχουν την αγγλική ως μητρική αλλά πρέπει να τη μιλήσουν, αν και αυτοί, φυσικά, θα προτιμούσαν να μιλήσουν τη δική τους μητρική γλώσσα –ιταλικά, γιαπωνέζικα, γερμανικά κ.ο.κ. Το αποτέλεσμα είναι ότι κανένας από όλους αυτούς δεν αισθάνεται ”εντός έδρας” στη συνεδρίαση. Ενας Σουηδός, παράγοντας της βιομηχανίας λέει: ΄Νομίζουμε εδώ στη Σουηδία ότι μιλάμε καλά την αγγλική. Αλλά δεν υπάρχει συνεχής ροή στις συζητήσεις όταν μιλάμε αγγλικά στα συμβούλια…

Ο Σουηδός, γενικά, βασίζεται στην αγγλική σε όλες τις περιπτώσεις. Αυτή η αντίληψη είναι δυστυχώς μη ρεαλιστική. Στα περισσότερα μέρη του κόσμου δεν λειτουργεί η αγγλική και τόσο καλά. Αυτό που ακολουθεί αυτή την έμμονη ιδέα της αγγλικής ως γλώσσα επαφής, είναι ότι η δυτική πολιτιστική σφαίρα με την αγγλοαμερικανική πλευρά της, γρήγορα υπερισχύει τω άλλων χωρών. Ιδιαίτερα στη Γαλλία, πολιτικοί ηγέτες κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για την εξέλιξη προς ένα μονόγλωσσο κόσμο, όπου με την επικράτηση της αγγλικής θα χαθεί η πολιτιστική δημιουργία και ποικιλομορφία. Πολλοί γλωσσολόγοι είναι ανήσυχοι ότι η σουηδική γλώσσα θα εξαφανιστεί…”.


© Hans Malv, 2004