Η εκμάθηση της μητρικής γλώσσας

Η γλώσσα αντιπροσωπεύει μία σημαντική ανθρώπινη ιδιότητα. Και τα ζώα έχουν γλώσσες, αλλά στο ζωικό βασίλειο εκφράζονται με περιορισμένο αριθμό ήχων οι οποίοι δεν μπορούν να συγκριθούν με τη μεγάλη ποικιλομορφία και δημιουργικότητα της ανθρώπινης γλώσαας, στοιχεία που συμβάλλουν ώστε το σύνολο των ανθρώπινων εκφράσεων να είναι ατελείωτο.

Το κέντρο γλώσσας στον ανθρώπινο εγκέφαλο, ενεργοποιείται πριν τη συμπλήρωση του ενός έτους και τα αμέσως επόμενα χρόνια είναι καθοριστικής σημασίας για τη γλωσσική εξέλιξη.

Τα παιδιά αφομοιώνουν τη μητρική τους γλώσσα, δηλαδή την προφορική γλώσσα, γρήγορα και με φυσικό τρόπο και κατέχουν τις βάσεις πριν από τα έξι τους χρόνια. Το καλύτερο εφόδιο για την απόκτηση μίας πλούσιας γλώσσας, είναι μία ομιλητική και μορφωμένη μητέρα.

13.000 λέξεις

Ενα εξάχρονο παιδί, μπορεί να ξέρει περί τις 13.000 λέξεις, το οποίο σημαίνει ότι ένα παιδί –που ακόμα δεν μπορεί να διαβάσει και κατά συνέπεια εξαρτάται από τον προφορικό λόγο της ομήγυρης για τη γλωσσική του ανάπτυξη- πρέπει να έχει μάθει μία καινούργια λέξη κάθε δύο ώρες στη διάρκεια της ζωής του κατά το διάστημα που ήταν ξύπνιο. Εστω και αν μειωνόταν το λεξιλόγιο του εξάχρονου κατά το ήμισυ, αυτό σημαίνει ότι μαθαίνει μία λέξη κάθε τέσσερις ώρες, πράγμα επίσης εντυπωσιακό.

Ενα παιδί, τριών χρόνων προς τα τέσσερα, κατέχει σε γενικές γραμμές τη γραμματική δομή της γλώσσας και από κει και μετά πλουτίζει το λεξιλόγιό του.

Οταν οι έφηβοι δεν τα καταφέρνουν στο σχολείο, συνήθως οφείλεται στο ότι δεν τα καταφέρνουν στη γλώσσα. Είναι πολύ σημαντικό να γίνει η εκμάθηση της μητρικής γλώσσας από κάποιον που έχει γεννηθεί στη χώρα. Στους παιδικούς σταθμούς είναι προτιμότερο να εργάζεται εγχώριο προσωπικό, για να μαθαίνουν καλά τη μητρική τους γλώσσα τα παιδιά. Και οι γονείς πρέπει να είναι δραστήριοι στη γλωσσική παιδεία των παιδιών τους και να τα παροτρύνουν να διαβάζουν δυνατά. Οσο πιο καλά γνωρίζει κάποιος τη μητρική του γλώσσα, τόσο καλύτερα μπορεί να μάθει και άλλες.


© Hans Malv, 2004